Ο Νταλί δεν ζητούσε να τον καταλάβεις. Ζητούσε να νιώσεις. Να παραδοθείς στο αλλόκοτο, στο παράδοξο, στο όνειρο. Κι αν τελικά δεν τον κατάλαβες ποτέ, ίσως αυτό ακριβώς ήθελε.

Ο Σαλβαδόρ Νταλί (1904–1989) δεν ήταν απλώς ένας ζωγράφος. Ήταν ένας καλλιτέχνης-φαινόμενο, ένας άνθρωπος που αρνήθηκε πεισματικά να συμμορφωθεί με τη νόρμα. Με την εμβληματική του εμφάνιση — μουστάκι στραμμένο προς τον ουρανό, βλέμμα σχεδόν θεατρικό — και το ταλέντο του στη ζωγραφική, τη γλυπτική, τη συγγραφή και τον κινηματογράφο, ο Νταλί κατάφερε να ενσαρκώσει τη σουρεαλιστική επανάσταση του 20ού αιώνα.
Ο Νταλί Πριν Γίνει Νταλί
Γεννημένος στο Φιγκέρες της Καταλονίας, ο μικρός Σαλβαδόρ έδειξε από νωρίς μια εμμονική προσήλωση στην τέχνη και στο… εγώ του. Ο ίδιος πίστευε πως ήταν η μετενσάρκωση του νεκρού αδερφού του – μια ιδέα που σημάδεψε το έργο του για πάντα. Φοιτητής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μαδρίτης, εκδιώχθηκε λόγω ασέβειας προς τους καθηγητές. Ήταν όμως ήδη εμφανές ότι επρόκειτο για ένα πνεύμα που δεν χωρούσε σε στεγανά.
Η Σουρεαλιστική Τομή
Ο Νταλί γίνεται διεθνώς γνωστός τη δεκαετία του 1930, χάρη στην ένταξή του στο σουρεαλιστικό κίνημα. Οι πίνακές του – κυρίως «Η Εμμονή της Μνήμης» (1931), με τα λιωμένα ρολόγια – αποτελούν εικαστική μετάφραση του υποσυνείδητου και των ονείρων. Αντλεί από τη φροϋδική ψυχανάλυση, εφευρίσκει τη «παρανοϊκή-κριτική μέθοδο» και μετατρέπει το παραλογισμό σε τέχνη.
Ο Νταλί δεν απεικονίζει την πραγματικότητα. Τη διαστρεβλώνει. Τη λιώνει. Την πολλαπλασιάζει. Με φόντο άδεια τοπία, υγρούς ουρανούς και μυστηριώδη σώματα, προκαλεί τον θεατή να αναρωτηθεί: «Τι βλέπω; Ή μήπως... τι θυμάμαι;»
Η Gala: Η Μούσα και Ο Δαίμονας
Δίπλα του στέκεται η Gala – σύζυγος, μούσα, μάνατζερ και σχεδόν ιερή φιγούρα στο σύμπαν του. Εκείνη τον καθοδηγεί με ψυχρή λογική και εμπορική διορατικότητα, ενώ αυτός της χτίζει παλάτια και την τοποθετεί σε δεκάδες έργα του. Η σχέση τους, ταυτόχρονα παθιασμένη και αμφιλεγόμενη, συνιστά πυρήνα της μυθολογίας του Νταλί.
Μετά τον Σουρεαλισμό: Ο Νταλί ως Brand
Παρότι αργότερα απομακρύνθηκε από τους «ορθόδοξους» σουρεαλιστές (ο Αντρέ Μπρετόν τον χαρακτήρισε ειρωνικά "Avida Dollars" – «διψασμένος για δολάρια»), ο Νταλί εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο. Συνεργάστηκε με τον Ντίσνεϊ, τον Χίτσκοκ, έκανε διαφημίσεις, σχεδίασε κοσμήματα, ακόμα και ένα λογότυπο για τα Chupa Chups.
Η θεατρικότητά του, το χιούμορ, η αυτοπαρωδία και η τελειομανία τον καθιστούν πιο σύγχρονο από ποτέ: ήταν, πολύ πριν από τα social media, ένας influencer avant la lettre.
Η Κληρονομιά
Ο Νταλί πέθανε το 1989, στο θέατρο-μουσείο που ο ίδιος σχεδίασε στο Φιγκέρες – ίσως το πιο σουρεαλιστικό του έργο. Άφησε πίσω του όχι μόνο εκατοντάδες έργα αλλά και έναν τρόπο να βλέπει κανείς τον κόσμο: με μάτια διαστολής, φαντασίας και ελαφριάς παράνοιας.